Μπήκαμε στο δάσος το απομεσήμερο, θέλοντας να ξεφύγουμε απο μία ανούσια συζήτηση που γινόταν στο ξέφωτο. Το χώμα ήταν αφράτο, βούλιαζαν τα πόδια μέσα στα ξερά φύλλα, στις πευκοβελόνες και στους πεσμένους καρπούς. Ξύλα και φύλλα σε σήψη ζυμώνονταν σε πλούσιο χούμο που ευωδίαζε. Μέσα στο ημίφως, πού και πού φωτιζόταν κανένα κλαδί, κανένας χορταριασμένος κορμός, κανένας βράχος. Σε κάποια σημεία οι φτέρες μου έφταναν στο στήθος, και σε άλλα φύτρωναν μωρά ελατάκια ανάμεσα σε τεράστιους κορμούς. Αλλοι κορμοί, πεσμένοι καλύπτονταν με υγρό πράσινο χνούδι.
Αποτυπώματα αγριογούρουνου που έτρεχε, κάπου έσκαψε, και πάλι το ‘βαλε στα πόδια.
Ολο το δάσος μιά αγκαλιά που σ’ έπαιρνε μέσα του όλο και βαθύτερα.
Καθώς προχωρούσαμε, ένα-ένα τα θαύματα αποκαλύπτονταν μπροστά στα μάτια μας. Κρυμένα ανάμεσα στα φύλλα και στις βελόνες που αποσυντίθονταν, πολυκατοικίες μικροοργανισμών σε χρώματα και σχέδια που θύμιζαν παιδικό παραμύθι: μανιτάρια!
Λίγο έκανες να κοιτάξεις τη γη, να συνηθίσει το μάτι στο μισοσκόταδο, και ιδού – ξεπρόβαλαν τα κεφαλάκια τους μικρά, μεγάλα, τεράστια, παρκαρισμένοι ιπτάμενοι δίσκοι, ραντάρ, καπέλα κινέζικα και σκουφάκια, κοράλλια, μόνα τους σε ζευγαράκια ή σε παρέες. Το δάσος ήταν γεμάτο. Τόσα είδη που δεν έκανα καν τον κόπο να τα μετρήσω!
Πόσες ώρες περπατήσαμε δεν ξέρω. Ανεβήκαμε και κατεβήκαμε πλαγιές, εγώ φωτογράφιζα διαρκώς τα μανιτάρια κι ευχαριστούσα το σύμπαν που αξιώθηκα να βρεθώ σε τέτοιο δάσος.
Μέσα στην ησυχία ξαφνικά στάθηκα, και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατότερα. Κάπου ψηλά τα φύλλα άρχισαν να θροϊζουν. Απαλό αεράκι φάνηκε να κινεί τα πάνω-πάνω κλαδιά, και άρχισαν να πέφτουν γύρω μας κόκκινα φύλλα – μία απαλή χιονοθύελλα κοκκινοκίτρινων φύλλων, με τον ήχο του θροϊσματος, μέσα στο φως που διαπερνούσε πλάγια τις οξιές. Το δάσος μιλούσε με τη δική του φωνή, μας χάιδευε με τα φύλλα του που έπεφταν απαλά παντού.
Ανθρώπινα, θελήσαμε να το τραβήξουμε βίντεο (ένας από εμάς είχε επάνω του κινητό τηλέφωνο), αλλά με το πάτημα του κουμπιού το θρόισμα σταμάτησε απότομα. Η κουβεντούλα ήταν αυστηρά προσωπική, δεν ήθελε να καταγραφεί. Το σεβαστήκαμε, παρά την ανθρώπινη απογοήτευσή μας οτι δεν θα μπορούσαμε να μοιραστούμε με άλλους αυτή τη λεπτή ομορφιά, τον ήχο και την εικόνα των φύλλων που έραιναν από ψηλά τα δέντρα. Ηταν μία στιγμή προσωπική. Δεν αρέσει στις νεράιδες του δάσους να αποκαλύπτονται σε όλα τα μάτια...
Το προηγούμενο βράδυ ένας φίλος είχε δοκιμάσει amanita muscaria, το μανιτάρι που απεικονίζεται κλασικά σε όλα τα παραμύθια. Σε λίγη ώρα άρχισε να βλέπει στροβίλους φωτός, πράσινα ζωντανά φωτάκια, και καθώς σήκωνε ψηλά τα μάτια στο νυχτερινό ουρανό, σε κάθε αστέρι που εστίαζε το βλέμμα του άνοιγε κανάλι φωτός και βρισκόταν σε άμεση επικοινωνία. Εμπειρία ζωής, που τον παρακάλεσα να μην επαναλάβει χωρίς την επίβλεψη γιατρού ή δασκάλου. Αυτός όμως είχε πάει το μάθημά του: είδε, βίωσε τον κόσμο τον αόρατο από τα μάτια των πολλών, χάρηκε για λίγο την ομορφιά του, πείσθηκε ιδίοις όμμασι για την ύπαρξή του. Οταν «ξαναγύρισε» στο σώμα του και στη συνηθισμένη του αντίληψη, ήταν πλέον άλλος άνθρωπος...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου