Στη Ραμνούντα πρωτοπήγα το 1988, μάλλον "τυχαία", σε μία εξερευνητική βόλτα, από αυτές που συνηθίζω όταν έχω χρόνο και πρόθυμους συνοδοιπόρους (και όχι μόνο). Τότε ήταν ένας κλειστός αρχαιολογικός χώρος, ένας χωματόδρομος προς τα αριστερά, και ένα παράξενο μονοπάτι προς τα δεξιά. Λειβάδια, χωράφια, και λόφοι. Δεν θυμάμαι καν σπίτια. Ο λόγος που μου άρεσε ήταν ακριβώς αυτή η άπλα, οτι κοιτούσες τριγύρω και δεν έβλεπες σπίτια - και φυσικά ο χωματόδρομος (τα μονοπάτια και οι χωματόδρομοι κάτι μου κάνουν, σαν να έχουν μία ταμπέλα που γράφει "προς εξερεύνηση"). Την πρώτη φορά, λοιπόν, ακολουθήσαμε τον χωματόδρομο, ανηφόρες - κατηφόρες, στροφές παράξενες, και φτάσαμε στη θάλασσα... Είχε και ένα ξέμπαρκο εκκκλησάκι, ρεματιά, και παραλία. Την επόμενη, αποφασίσαμε να εξερευνήσουμε το μονοπάτι. Ηταν πρωί, τέλος καλοκαιριού, και η μέρα τέλεια. Μία ωρίτσα αργότερα, ίσως λιγότερο, δεν καλοθυμάμαι, φτάσαμε στην ίδια παραλία, λίγο παρακάτω από το εκκλησάκι. Η θάλασσα όλο πέτρες, αλλά αυτό δεν μας εμπόδισε σε τίποτα να βγάλουμε τα ρούχα μας και να βουτήξουμε, δεδομένου οτι και οι υπόλοιποι γύρω μας γυμνοί κυκλοφορούσαν.
Μέσα στα 2-3 επόμενα χρόνια πήγα αρκετές φορές. Κάποια φορά πέτυχα ανοιχτό και τον αρχαιολογικό χώρο, που τότε είχε να επιδείξει τη βάση του ναού της Νέμεσης επάνω στο λόφο. Στεκόσουν εκειπάνω και επικοινωνούσες με τ' αστέρια, είχα την αίσθηση, και μέρα-μεσημέρι ακόμα. Και κάτω, η βάση του ναού, είχε γκραφίττι - όχι με μπογιές και τέτοια, με καλέμι και σφυρί, ή πρόκα και σφυρί, ότι βρέθηκε... Οι διάφοροι επισκέπτες του ναού, έως και τα μέσα του 20ου αιώνα, σκάλιζαν το όνομά τους, τη χρονολογία, πόσων χρόνων ήταν, και σχεδιάκια διάφορα: βάρκες, αεροπλάνα, χέρια, πόδια... Ε, αυτό με τρέλλανε! Οχι για την "καταστροφή του μνημείου" που θα έλεγαν κάποιοι, αλλά με την "καλή" έννοια. Κάποιοι ξέμπαρκοι επισκέπτες, ηλικιών διαφόρων, βρέθηκαν σ' ένα χώρο μέσα στην ερημιά, και σκάλισαν το όνομά τους στο μάρμαρο, να μείνει στην αιωνιότητα... Ενιωσα (και νιώθω ακόμα) μια τρυφερότητα για όλους αυτούς που ήθελαν να έχουν μία μικρή έστω μερίδα αθανασίας, να σκαλίσουν τα ονόματά τους (κάποτε και καλλιγραφικά) πάνω στο αρχαίο μάρμαρο, λέγοντας "ήμουν κι εγώ εδώ"...
Ξαναπήγα την περασμένη Κυριακή. Είχα ανάγκη να βρεθώ στη φύση, και μεγάλη περιέργεια για να δω πώς είχε εξελιχθεί αυτό το κομμάτι της Αττικής... Είχε χτιστεί; Ο δρόμος είχε γίνει άσφαλτος; Περίμενα, η αλήθεια, είναι, να απογοητευτώ, γιατί η μοίρα των έρημων τόπων στην Ελλάδα είναι να "γεμίζουν" με "πολιτισμό" (σπίτια, παράνομες χωματερές, περοφραγμένα οικόπεδα, μονάδες πτηνοτροφίας, κτλ κτλ) και να χάνονται...
Ο αρχαιολογικός χώρος ανοιχτός, πήγα και ξαναφωτογράφισα τα σκαλίσματα του ναού, και, όπως μας πρότεινε η φύλακας, προχωρήσαμε το αρχαίο μονοπάτι προς την ανεσκαμένη αρχαία πόλη...
Φτάνοντας στην αρχαία πόλη, σε υποδέχεται ένα στρογγυλό κτίσμα, που για κάποιο λόγο, μου θύμισε λιγάκι δρακόσπιτο...
Η πόλη είχε ωραία θέα στο νότιο Ευβοϊκό...
Από ψηλά παρατήρησα οτι κομμάτια της ρεματιάς είχαν περιφραχτεί... Και οτι η παραλία που παλιά κατεβαίναμε είχε κάποια αυτοκίνητα. Το φως μου άρεσε πολύ, είχε κάτι το αχνομπλέ λόγω συννεφιάς, αλλά οι προχτεσινοί βοριάδες είχαν καθαρίσει την ατμόσφαιρα, και φαινόταν έως και η χιονισμένη κορφή της Δίρφυος προς το βορρά. Ηταν πανέμορφα και ειρηνικά εκειπάνω, αλλά η ώρα περνούσε, και ήθελα να κατέβουμε στη θάλασσα... Γυρνώντας, φωτογράφισα λίγα φυτά.
Δίπλα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου, μία μεγάλη βελανιδιά...
Κατεβαίνοντας στη θάλασσα, το ένα κακό που φοβόμουν είχε συμβεί: περιφράξεις... Και για να πας μία βόλτα έπρεπε να κάνεις ολίγον τον Ταρζάν στο σκαρφάλωμα. Αχ... Η πολλή προστασία μας έφαγε...
Κατά τα άλλα (αν εξαιρέσουμε τις περιφράξεις, δηλαδή) η βόλτα καλή. Στο εκκλησάκι κάθονταν μία παρέα, που είχαν αράξει τα καλάμια του ψαρέματός τους, και έψηναν κάτι σε φορητή ψησταριά, πίνοντας τα κρασάκια τους. Εμείς συνεχίσαμε τις περιηγήσεις μας στους χωματόδρομους της περιοχής μέχρι που νύχτωσε, και καταλήξαμε στο Σέσι, σε ταβερνούλα με υπέροχο ροζέ κρασί από βιολογικό αμπελώνα της Ραμνούντας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου