23 Αυγ 2014

Σελίδες Καλοκαιρινού Ημερολογίου






Φέτος το καλοκαίρι ήταν πλούσιο σε συγκομιδή εμπειριών. Μικρά ταξίδια εκτός, μεγάλα ταξίδια εντός, πολλή σιωπή, σιωπή, και σκέψη. Και ευγνωμοσύνη. Γιατί τις ώρες που πάει να σε πιάσει η απογοήτευση για τους φίλους, την ανθρωπότητα, ή τη φροντίδα για τον πλανήτη, ο καλός Θεός (ή το Σύμπαν, δώστε Του όποιο όνομα θέλετε) τσουπ! σε φέρνει μπροστά σε μία αδέσποτη πράξη καλωσύνης, ή σε ανθρώπους που ταιριάζουν σ' αυτό που πιστεύεις οτι θα έπρεπε να είναι όλοι οι άνθρωποι. Χωρίς βαρύγδουπες ταμπέλες ή κουβέντες, με γλυκό χαμόγελο και χιούμορ, μαθαίνεις οτι οι αποψινοί συνδαιτημόνες σου συνυπήρξαν μαζί σου στην "κάτω πλατεία" το 2011, διάλεξαν το ταβερνείο γιατί "δεν είχε γόνο", οργώνουν τις θάλασσες με τρυφερό σκοπό, και ζητούν νερό "από τη βρύση" για να γλιτώσουν έστω ένα πλαστικό μπουκάλι.


Ερχεται μία ώρα, που όσο κι αν έχεις ξεκουραστεί σωματικά, όσο κι αν έχεις επιδιώξει την αδράνεια και τη χαλάρωση για να αντιπαρέλθεις την (έστω αναγκαία) υπερδραστηριότητα των περασμένων μηνών ή ημερών, μία αίσθηση βάρους παραμένει. Δεν είναι στο σώμα, είναι στην ψυχή. Και οι μέρες των διακοπών περνούν, "χαλαρά"  (από την παραλία στη σκηνή και πάλι πίσω), αλλά διαφορά δεν φαίνεται εντός. Μέχρι που μια μέρα ξυπνάς λίγα λεπτά πριν ξεπροβάλλει ο ήλιος από τη θάλασσα, και ήσυχα τον παρατηρείς που ανεβαίνει, η κίνηση και τα χρώματα εγγράφονται εντός σου, σηκώνεται αυτό το δροσερό αεράκι που τον συνοδεύει, και νιώθεις οτι "καθάρισες". Αλάφρωσες. Και βλέπεις πια με άλλα μάτια, και ξέρεις οτι μπορείς να ανοίξεις καινούργια σελίδα γιατί η χτεσινή ξεπλύθηκε (στη σιωπή, την υπομονή, και τα νερά του Αιγαίου).


Η ζέστη μέσα στην πόλη δεν παλεύεται. Αν ζούσα στο κέντρο είμαι σίγουρη οτι θα έπαιρνα έναν υπνόσακκο και θα την άραζα σε κάποιο πάρκο, σε κάποιο άλσος, σε μια πλατεία. Αλλες χρονιές, τις ζεστές νύχτες τις περνούσα στον Υμηττό, είτε με την τυχαία ξέμπαρκη παρέα που μαζεύεται στην Καλοπούλα, είτε σε κάποιο άλλο πιο μοναχικό σημείο,  μ' ένα χαλάκι κι ένα θερμός. Χτες βράδυ ανέβηκα στην ταράτσα, μερικές ώρες πριν την ανατολή. Επάνω στο αδρό τσιμέντο άπλωσα έναν παλιό υπνόσακκο κι ένα μαξιλαράκι από τον καναπέ, ακροπατητί να μην ξυπνήσω όσους κοιμόνταν, και σκεπάστηκα με παρεό.  Είχε δροσούλα. Μόλις έκανε να με πάρει ο ύπνος, με επισκέφθηκε το νεώτερο μέλος της γατο-οικογένειας, και άρχισε να με μουσουδίζει και να γουργουρίζει ηχηρά. Κάθισα να παρατηρώ  τ' αστέρια, τη σελήνη που ανέτειλε στη χάση της, και το φως που άλλαζε αργά. Λίγο πριν την ανατολή κατέβηκα και έφτιαξα ένα ζεστό τσάι, για να την απολαύσω. Πόσο αλλιώτικα τα βιώσιμα ωράρια του καλοκαιριού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου