Η Φύση είναι ο μεγάλος δάσκαλος και παιδαγωγός μας, έλεγε η αγαπημένη μου Δασκάλα. Πρέπει να έχεις, όμως, αυτιά να Την ακούσεις, μάτια να τη δεις, ανοιχτή καρδιά και νου για να λάβεις τα δώρα Της. Αυτό, για εμάς τους 'δυτικούς' απαιτεί να μάθουμε και να ξεμάθουμε πολλά, συνήθως.
Φέτος ανεβήκαμε 9 άνθρωποι στο βουνό (8 μαθητές και ο δάσκαλος). Σεμινάριο "άγριας διαβίωσης" το είχαμε ονομάσει. Πράγματι, διδαχτήκαμε και κάναμε πρακτική σε κάποιες δεξιότητες "επιβίωσης" (πρακτικές έκτακτης ανάγκης, προτεραιότητες για την επιβίωση, δημιουργία καταλύματος/καταφυγίου κτλ), αλλά και σε δεξιότητες διαβίωσης που ξεπερνούν τα όρια της απλής επιβίωσης: πώς να διαλέγουμε τα ξύλα για να ταϊσουμε τη φωτιά μας, πώς να χρησιμοποιούμε το μαχαίρι μας με ασφάλεια, πώς να διευρύνουμε τις αισθήσεις μας και να ελαφρύνουμε το πάτημά μας (κυριολεκτικά και μεταφορικά).
Πέρα από την "ύλη" του σεμιναρίου, που ήταν συγκεκριμένη, και που κάποιοι από μας την είχαμε "ξαναδιδαχθεί" είτε στο περσινό είτε σε παρόμοια σεμινάρια, τα μαθήματα που πήραμε ως βιώματα από το δάσος ήταν πολλαπλά. Μεταφέρω κάποια από αυτά εδώ:
- Μοιραζόμαστε το χώρο με πολλά άλλα όντα (ζώα, έντομα, φυτά) που έχουν τις δικές τους ζωές και προτεραιότητες επιβίωσης. Τα ίχνη τους είναι παντού, εάν θελήσουμε να τα δούμε. Πρόκειται για ντροπαλά και διακριτικά κατά το πλείστον όντα. Είμαστε επισκέπτες στο χώρο τους. Είναι στο χέρι μας το πώς θα μας φερθούν.
- Μπορεί οι "κλασσικές" προτεραιότητες επιβίωσης να είναι (κατά σειρά αντοχής) το κατάλυμα/καταφύγιο, η φωτιά, το νερό, και η τροφή, αλλά η κοινότητα είναι υψίστης σημασίας... Νιώθεις αλλιώς να βρίσκεσαι σε ένα ανοίκειο περιβάλλον μόνος ή με φίλους: αλλιώς περνάει η μέρα μαζί, αλλιώς περνάει η νύχτα. Εξάλλου δεν είμαστε όλοι καλοί σε όλα - κάποιος τα καταφέρνει καλύτερα με το τσεκούρι, κάποιος άλλος με το τσουκάλι, κάποιος ξέρει τα μανιτάρια, κάποιος άλλος τα χόρτα, κάποιος λέει ιστορίες, κάποιος τραγούδια. Ολοι είμαστε σημαντικοί και αναγκαίοι ο ένας για τον άλλον. Ολοι έχουμε κομμάτι της σοφίας...
- Μέσα στην κοινότητα μοιραζόμαστε εκτός από τις δεξιότητές μας και τα συναισθήματά μας. Το μοίρασμα της χαράς το ξέρουμε, είναι εύκολο: λέμε αστείες ιστορίες και γελάμε, τραγουδάμε και χορεύουμε αυθόρμητα μαζί.
- Φέτος υπάρχει διάχυτη μία βαριά θλίψη ανάμεσά μας. Κάτι η συνεχιζόμενη οικονομική ανασφάλεια (ανασφάλεια επιβίωσης) που πλήττει πολλούς από μας, κάτι οι καταιγιστικές αποκαλύψεις για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει και διαπράττει η ανθρωπότητα ενάντια στα μέλη της (αυτοάνοσο νόσημα πλέον), κάτι η αντίληψη οτι μεγάλο μέρος των συνανθρώπων μας ζουν ζωές σε ημι-ύπνωση, κάτι η συνειδητοποίηση οτι οι κυβερνήσεις και οι εξουσίες δεν πρόκειται ποτέ να υπηρετήσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα του μέσου πολίτη, κάτι η αίσθηση της αδυναμίας μπροστά στα μεγαθήρια της διαφθοράς, κάτι η συνειδητοποίηση οτι είμαστε όλοι μα όλοι εμπλεγμένοι σε πράγματα που δεν θέλουμε/δεν πιστεύουμε/δεν αντέχει η ψυχή μας... Τη θλίψη αυτή τη βιώνουμε κατά μόνας, συνήθως. Οταν μαζευόμαστε στην παρέα, πάμε να "διασκεδάσουμε" (να διασκορπίσουμε - τη θλίψη μας, προφανώς), και δεν αναγνωρίζουμε οτι και η θλίψη και το πένθος χρειάζονται μοίρασμα: κουβέντα, σιωπή, αγκαλιά, αλληλεγγύη συνειδητή. Οχι του τύπου "αχ τον καημένο τον λυπάμαι γιατί..." αλλά "πονάς εσύ, πονάω κι εγώ". Νιώθουμε άβολα να μοιραστούμε τη θλίψη μας, γιατί συχνά κιόλας δεν έχει 'αντικείμενο' συγκεκριμένο. Πονάμε γιατί πονάει και ο συνάνθρωπος, και η ανθρωπότητα ολόκληρη, κι ας μην συνειδητοποιούμε οτι πονάμε για αυτό. Είναι όμως σημαντικό να το μοιραζόμαστε, να μοιραζόμαστε και αυτά τα συναισθήματα, τα δύσκολα, να μην τα πνίγουμε στην υπερδραστηριότητα, στο ποτό, ή στο φαγητό (ή στις όποιες εξαρτήσεις μας). Νιώθω οτι μόνο με αυτό το μοίρασμα ανακτούμε τη βασική μας ανθρωπιά. Η κοινότητα έχει χρέος να δημιουργήσει έναν ασφαλή χώρο για το μοίρασμα αυτό...
- Οταν παίρνουμε κάτι από τη Γη, Της οφείλουμε ένα αντίδωρο. Μία τελετή, ένα έργο των χεριών μας, ένα τραγούδι. Για τους Μάγιας, όσο χρόνο χρειαζόταν να αποσπαστεί ένα υλικό από τη φύση/γη, χρειαζόταν τριπλάσιος χρόνος ευχαριστίας (π.χ. εάν ένας κορμός ήθελε 3 ώρες για να κοπεί, χρειαζόταν μία τελετή 9 ωρών ως ευχαριστία). Λέγεται οτι γι αυτό οι Μάγιας δεν είχαν φτιάξει αυτοκίνητο: ο χρόνος ευχαριστίας για όλα τα υλικά θα ξεπερνούσε το χρόνο ζωής ενός ανθρώπου!
- Οι παλιοί έλεγαν οτι η κάθε μας πράξη έχει επιπτώσεις μέχρι και την 7η μελλοντική γενιά. Τόση είναι η ευθύνη μας. Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος μας εάν σκεφτόμαστε έτσι!
- Αυτό που είμαστε σήμερα οφείλεται στις αποφάσεις που πήραν κάποτε οι πρόγονοί μας, είμαστε τα αποτελέσματα των πράξεων και των αποφάσεών τους. Στους προγόνους μας οφείλουμε ευγνωμοσύνη και θεραπεία.
- Ζώντας σε πόλεις, συχνά μακριά από τη γενέτειρά μας και τη γενέτειρα των προγόνων μας, έχουμε χάσει τη σύνδεσή μας με τη Γη και την πρωτογενή μας κοινότητα. Αυτή η σύνδεση υπάρχει, κάποτε μας μιλάει μέσα από μουσικές, γεύσεις, όνειρα, παρορμήσεις - η αποκατάσταση αυτής της σύνδεσης μας 'γειώνει' και μας καθιστά πιο υγιείς ψυχικά. Νιώθουμε καλύτερα, πιο οικεία (πιο "στο σπίτι μας").
- Ο άνθρωπος είναι βιολογικό είδος που φωλιάζει, φτιάχνει φωλιά - γι αυτό το κατάλυμα/καταφύγιο είναι η πρώτη προτεραιότητα επιβίωσης για μας. Η αίσθηση της ασφάλειάς μας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την ύπαρξη καταφυγίου. Iσως γι αυτό, το να χάσει κάποιος το σπίτι και την πατρίδα του (από εξορία, οικονομική δυσπραγία, φυσική καταστροφή ή πόλεμο/προσφυγιά) είναι τόσο τραγικό, και εμπνέει (και αξίζει) την απόλυτη και αμέριστη αλληλεγγύη μας.
- Η αμέσως επόμενη προτεραιότητα επιβίωσης είναι η φωτιά. Η ικανότητα του να μπορείς να "φτιάξεις" φωτιά με τα χέρια σου (δια της τριβής), είναι, για τους Βουσμάνους Σαν (που ζουν στην έρημο Καλαχάρι) η απόδειξη και η διασφάλιση του οτι μπορούν να ζήσουν σαν άνθρωποι. "Τία Μάσε" λένε όταν ανάψουν τη φωτιά: "Στεκόμαστε όρθιοι".
Πολλές ιστορίες λέγονται γύρω από τη φωτιά. Η φωτιά εμπνέει το μοίρασμα. Ψάχνοντας για έμπνευση σχετικά με το πώς μπορούμε να ζήσουμε τη ζωή μας με μεγαλύτερο σεβασμό για τη Φύση εντός και εκτός, μιλήσαμε για αντιλήψεις και πρακτικές παλαιότερων κοινωνιών (κάποιες χάνονται και στα βάθη της προϊστορίας), κοινωνιών που δεν ζούσαν "σε διάσταση" με τη Γη:
Τη φωτιά της κατασκήνωσής μας την ανάψαμε δια της τριβής, με ξύλο, κάπως τελετουργικά: όλοι φυσήξαμε, είχε όλων μας την πνοή. Την ταϊσαμε 'προσάναμμα' από χνούδια λεύκας, φλοιό σημύδας, ξερές φτέρες μέχρι να πιάσει καλά, κι έπειτα βάλαμε τα ξύλα. Εμεινε αναμμένη, η καρδιά της διαρκώς ζωντανή, καθ΄όλη τη διάρκεια της παραμονής μας στο δάσος, και πάντα υπήρχε κάποιος που τη φρόντιζε. Ολοι φροντίζαμε να φέρνουμε ξύλα, τα οποία και στοιβάζαμε ανάλογα με το μέγεθός τους, για ευκολία επιλογής την κρίσιμη ώρα. Η φωτιά ήταν η εστία που μας μάζευε ως ομάδα, μας ζέσταινε, μας έτρεφε, απολύμανε το νερό μας, βοήθησε να φτιάξουμε τα ξύλινα κουτάλια μας, μας φώτιζε τη νύχτα, μας προστάτευε από πιθανές επισκέψεις άγριων ζώων. Τη φωτιά αυτή τη σβήσαμε την τελευταία μέρα λίγο πριν φύγουμε: η μικρότερη και η μεγαλύτερη από τις συμμετέχουσες έριξαν επάνω της ένα καζάνι με νερό, μέχρι να σβήσει και η τελευταία σπίθα. Μετά καλύψαμε την εστία με τρόπο ώστε να μην αφήσουμε το παραμικρό ίχνος της παρουσίας μας στο δάσος.
Ο καλύτερος τρόπος να παρατηρήσεις έναν τόπο είναι να διαλέξεις ένα σημείο παρατήρησης, και να πηγαίνεις εκεί όσο συχνότερα γίνεται, σε τακτά χρονικά διαστήματα, και απλά να 'είσαι'. Να κοιτάς, να ακούς, να αφουγκράζεσαι. Σιγά-σιγά, με την ώρα, με τον καιρό, το τοπίο αρχίζει να σου αποκαλύπτεται, αρχίζεις να βλέπεις μοτίβα, να καταλαβαίνεις τι γίνεται γύρω σου, να βλέπεις λεπτομέρειες. Είναι μία πολύτιμη πρακτική για την πρώτη αρχή σχεδιασμού της περμακουλτούρας: "παρατήρησε και αλληλεπίδρασε".
Στο δάσος - αλλά και παντού - η παρουσία μας διαταράσσει: σαν μία πέτρα που πέφτει στη λίμνη και κάνει ομόκενρους κύκλους, η παρουσία μας γίνεται αισθητή και επηρεάζει το γύρω χώρο. Τα πουλιά σταματούν για λίγο να κελαηδούν, ή δίνουν σήματα κινδύνου ("κάτι άγνωστο ήρθε στην επικράτειά μου" "κάτι νέο έπεσε στην αντίληψή μου, ας δω τι είναι και αν με απειλεί"). Σιγά-σιγά, αν είμαστε ήσυχοι εντός και εκτός, η κανονικότητα αποκαθίσταται, και μπορούμε να παρατηρήσουμε την αληθινή ζωή του δάσους (του τόπου) από το σημείο μας. Υπάρχουν τρόποι να γίνουμε πιο αόρατοι και αλαφροπάτητοι... Οι 'πρωτόγονοι' πρόγονοί μας χρειάζονταν αυτές τις δεξιότητες προκειμένου να μπορούν να προσεγίσουν ένα θήραμα χωρίς να τους πάρει (κυριολεκτικά) μυρωδιά.
Η δύναμη του βλέμματός μας είναι μεγάλη. Οπου εστιάζουμε τα μάτια μας εστιάζουμε και την ενέργειά μας - αυτό το αντιλαμβανόμαστε όταν κάποιος μας "καρφώνει" με το βλέμμα του, και 'ασυναίσθητα' κοιτάζουμε προς το μέρος του. Τα ζώα το καταλαβαίνουν πολύ περισσότερο: και όντας υποψιασμένα για τις προθέσεις του ανθρώπου, φεύγουν (ή, επιτίθενται)! Ο άνθρωπος, όμως, έχει τη δυνατότητα της λεγόμενης περιφερικής όρασης, τη δυνατότητα του να μην εστιάζει πουθενά το βλέμμα και έτσι να έχει οπτική αντίληψη 180 μοιρών (και περισσότερο - κάποιες μαμάδες ιδιαίτερα ζωηρών τρίχρονων, π.χ., έχουν μάτια και στην πλάτη τους!). Οταν το βλέμμα μας δεν εστιάζει πουθενά, η παρουσία μας δεν εκλαμβάνεται ως απειλητική, και έτσι μπορούμε να παρατηρήσουμε ζώα και πουλιά χωρίς να μας αντιλαμβάνονται.
Σε μία εποχή τεράστιων προκλήσεων όπως η σημερινή, είναι σημαντικό να σταθούμε και να αναλογιστούμε τι είναι αυτό που μας κάνει ανθρώπους. Γεννιόμαστε άνθρωποι, ή γινόμαστε; Τι είναι ο άνθρωπος; Ποιά είναι η αληθινή του σχέση με τη Γη και τα υπόλοιπα πλάσματα με τα οποία συγκατοικεί; Ποιά είναι η φύση μας; Τι είναι Αγριο; Η ζωή μέσα στο δάσος, η σιωπή και η άγρια αυθύπαρκτη ομορφιά του βουνού, μας φέρνουν αντιμέτωπους με τα ερωτήματα αυτά, τα οποία πυροδοτούν σκέψεις και συλλογισμούς (ακόμα και αν δεν έχουμε ακριβείς και σίγουρες απαντήσεις).
Και μετά έρχονται τα επόμενα ερωτήματα: τι χρειάζεται να κάνουμε ώστε τα παιδιά μας να ζήσουν σε έναν πλανήτη με καθαρό νερό, θαλερά δάση, θάλασσες με ψάρια, και ελέφαντες; Γράφω ελέφαντες, γιατί είναι ένα είδος του οποίου η επιβίωση απειλείται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Χρειαζόμαστε βιωσιμότητα, ή αναγέννηση;
Ο καθένας μας σίγουρα κάνει ότι ξέρει και μπορεί. Προστατεύει ότι αγαπά (και όσο μεγαλύτερη η σφαίρα της αγάπης του, τόσο μεγαλύτερη και η εμβέλεια της προστασίας που επιδιώκει).
Εγώ, πάντως, θα ήθελα να ζώ σε έναν κόσμο όπου τα δάση, τα ποτάμια, τα ζώα, τα σπάνια φυτά και οι θάλασσες να μη χρειάζονται προστασία από κανέναν.
Πάρα πολύ σε ευχαριστούμε! Ενημερωτική πληρότητα και αφορμή φιλοσοφικής παρακίνησης. Για πολλούς ή λίγους; Τι σημασία έχει; Αρκεί να μην σβήσει η φωτιά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈλενα,ένα μεγάλο ευχαριστώ, νιώθω ότι σου οφείλω κάθε που σε βλέπω, διαβάζω, τις σκέψεις σου... σ' ακούω...
ΑπάντησηΔιαγραφή